Βρόχος το ενεργειακό κόστος για επιχειρήσεις και νοικοκυριά

Εάν μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες η εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο ήταν κυρίως ένα στατιστικό μέγεθος και μία από τις λανθάνουσες αιτίες της αύξησης του ενεργειακού κόστους, τις τελευταίες ώρες είναι ένας πραγματικός εφιάλτης με δύο πτυχές: την εκτίναξη των τιμών και την επάρκεια. Η ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας εισήλθε σε μια νέα περίοδο αβεβαιότητας μετά την εμπόλεμη τροπή που πήρε η κρίση στην Ουκρανία. Την πρώτη ημέρα της ρωσικής εισβολής οι τιμές φυσικού αερίου, πετρελαίου και ηλεκτρικής ενέργειας εκτινάχθηκαν σε δυσθεώρητα ύψη και προκάλεσαν πραγματική ανατριχίλα στις αρμόδιες ευρωπαϊκές και εθνικές αρχές των κρατών-μελών της Ε.Ε. που λίγες εβδομάδες πριν είχαν αρχίσει να μετράνε ανάποδα για την έξοδο από την παρατεταμένη ενεργειακή κρίση και τις συμπληγάδες των πληθωριστικών πιέσεων. Η τιμή του φυσικού αερίου στο ολλανδικό TTF μετά μια υψηλή ενδοημερήσια διακύμανση στα 144 ευρώ/MWh έκλεισε την Πέμπτη στα 120 ευρώ/MWh καταγράφοντας αύξηση 35% σε μια ημέρα, συμπαρασύροντας προς τα πάνω και τις χονδρεμπορικές τιμές ρεύματος. Μέσα σε μία ημέρα η χονδρεμπορική τιμή στην ελληνική αγορά αυξήθηκε κατά 34,10% και εκτοξεύτηκε στα υψηλά των 235 ευρώ/MWh. Αντίστοιχη πορεία ακολούθησε και η τιμή του αργού που έσπασε για πρώτη φορά από το 2014 το φράγμα των 100 δολαρίων/βαρέλι. Η Ευρώπη βρέθηκε αντιμέτωπη με τον διπλό εφιάλτη τιμών και επάρκειας, παράγοντες που δεν της επέτρεψαν να εξαντλήσει το χαρτί των κυρώσεων έναντι της Μόσχας. Ετσι, προκειμένου να «πυροβολήσει τα πόδια της» απέφυγε, επί του παρόντος τουλάχιστον, να συμπεριλάβει στο πακέτο κυρώσεων την απομόνωση του ρωσικού τραπεζικού συστήματος από το σύστημα ενδοτραπεζικών συναλλαγών SWIFT, κάτι που θα οδηγούσε τη Μόσχα στο να κατεβάσει τις στρόφιγγες. Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό και με τις πληροφορίες που έφεραν τον Πούτιν πρόθυμο να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τον Ουκρανό πρόεδρο Ζελένσκι οδήγησε σε αποκλιμάκωση της τιμής ενέργειας, ο εφιάλτης ωστόσο παραμένει όσο κλιμακώνεται η κρίση στην Ουκρανία.Το οικονομικό επιτελείο καταρτίζει μηχανισμούς για επιδοτήσεις, το ύψος των οποίων θα διαφοροποιείται ανά επιχειρηματικό κλάδο.Οι εξελίξεις χτύπησαν συναγερμό και στην ελληνική κυβέρνηση, με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να αναδεικνύει το ζήτημα ενός κεντρικού συντονισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να επαναφέρει στη Σύνοδο Κορυφής την πρόταση της Ελλάδας για τη σύσταση ενός ειδικού ευρωπαϊκού ταμείου για τη στήριξη ευάλωτων νοικοκυριών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η οποία και συμπεριλήφθηκε στο κείμενο συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής. Η ελληνική πρόταση αναφέρεται στη σύσταση ενός ταμείου, το οποίο θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από αδιάθετα δικαιώματα ρύπων που διατηρεί «παγωμένα» ο ευρωπαϊκός μηχανισμός MSR ή αν αυτό δεν είναι εφικτό, από δημοπρασίες μελλοντικών δικαιωμάτων. Σύμφωνα με τον υπουργό Κώστα Σκρέκα, στο ταμείο αυτό θα μπορούσαν να συγκεντρωθούν 100 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 2,5 δισ. αναλογούν στην Ελλάδα.

Μαζί με την επαναφορά της εν λόγω πρότασης, ο πρωθυπουργός θα επαναφέρει στην DGcom το αίτημα για αυξημένες επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος των ενεργοβόρων επιχειρήσεων, που είχε υποβληθεί στο παρελθόν και απορρίφθηκε. Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες της «Κ», το αρμόδιο οικονομικό επιτελείο σε συνεργασία με την ΑΑΔΕ καταρτίζει τους μηχανισμούς για τις επιδοτήσεις, το ύψος των οποίων θα διαφοροποιείται ανά κλάδο, με κριτήριο το ποσοστό συμμετοχής του ενεργειακού κόστους στο συνολικό λειτουργικό κόστος αλλά και τις οικονομικές καταστάσεις της κάθε εταιρείας. Η κυβέρνηση φέρεται να αναζητεί στοχευμένα μέτρα για τις επιχειρήσεις, αναγνωρίζοντας τις πιέσεις που δέχονται από το υψηλό κόστος ενέργειας αλλά και τις επιπτώσεις από τη μετακύλιση αυτού του κόστους στην εφοδιαστική αλυσίδα που καταλήγει στον καταναλωτή. Στο πλαίσιο αυτό φέρεται να επισπεύδει και τις διαδικασίες για την επιστροφή ενός ποσού ύψους 120 εκατ. ευρώ σε επιχειρήσεις μέσης τάσης, που αντιστοιχεί σε μειωμένες χρεώσεις ΕΤΜΕΑΡ για τα έτη 2019 και 2020, στο πλαίσιο της εναρμόνισης με το ευρωπαϊκό πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών για τη βιομηχανία. Και αυτό το ποσό θα δοθεί από το πλεόνασμα του ΕΛΑΠΕ με νομοθετική ρύθμιση και αφού προηγουμένως ολοκληρωθεί η σχετική διαδικασία, η οποία καθυστερεί λόγω ολιγωρίας του ΔΕΔΔΗΕ να παραδώσει στον ΔΑΠΕΕΠ, που διαχειρίζεται τον σχετικό λογαριασμό, τα στοιχεία των δικαιούχων. Για την κυβέρνηση η στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων παραμένει προτεραιότητα, αντιλαμβάνεται ωστόσο ότι υπό το φως των νέων εξελίξεων δεν υπάρχουν δημοσιονομικά περιθώρια να καλύψουν τα ποσά που απαιτούνται. Για το 2022 ξεκινάει με ένα «κουμπαρά» 3 δισ. ευρώ εκ των οποίων το 1,5 δισ. από τα έσοδα δημοπρασιών ρύπων και ένα αντίστοιχο ποσό από το πλεόνασμα του ΕΛΑΠΕ που εκτιμάται ότι στο τέλος του έτους θα είναι πλεονασματικός κατά 2 δισ. ευρώ. Οι ανάγκες ωστόσο για μέτρα κοινωνικής στήριξης, όπως εκτιμήθηκε και στις συσκέψεις υπό τον πρωθυπουργό στο Μαξίμου, είναι πολύ μεγαλύτερες και αναμένεται να διογκωθούν λόγω των γεωπολιτικών εξελίξεων.

Συνεχής εγρήγορση και μέτρα ασφαλείας για επάρκεια ενέργειας

Σε συνεχή εγρήγορση βρίσκονται τα αρμόδια επιτελεία και για το ζήτημα της ενεργειακής επάρκειας. Αν και η Ελλάδα καλύπτει περίπου το 40% των αναγκών της σε φυσικό αέριο από τη Ρωσία, διαπιστώνεται ότι δεν συντρέχουν –επί του παρόντος τουλάχιστον– λόγοι ανησυχίας, καθώς αυτό δεν διέρχεται μέσω της Ουκρανίας, αλλά μέσω της Τουρκίας και του αγωγού TurkStream. Η κλιμάκωση της έντασης, ωστόσο, στην Ουκρανία υποχρεώνει τις αρμόδιες αρχές να σχεδιάσουν προληπτικά μέτρα ασφάλειας εφοδιασμού, ακόμη και στο ακραίο σενάριο πλήρους διακοπής των ροών ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη. Σε αυτή την περίπτωση η τροφοδοσία της αγοράς θα περιοριστεί στις εισαγωγές αζέρικου αερίου μέσω του TΑΡ (1 δισ. κ.μ. αερίου) και στη δυναμικότητα αποθήκευσης και αεριοποίησης LNG της Ρεβυθούσας. Εκτίμηση πάντως του ΔΕΣΦΑ είναι ότι η Ρωσία δύσκολα θα κόψει τις ροές μέσω του TurkStream, ακόμη κι αν κλείσει τις στρόφιγγες στους άλλους αγωγούς της Ευρώπης, κι αυτό γιατί διέρχεται μέσω της Τουρκίας και της Βουλγαρίας και καταλήγει στη Σερβία, χώρες φιλικά προσκείμενες στη Μόσχα, που δεν θα ήθελε να πλήξει και να τις στρέψει εναντίον της. Για το ζήτημα της ενεργειακής επάρκειας ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας συγκάλεσε την Παρασκευή εκτάκτως την Επιτροπή Διαχείρισης Κρίσεων με τη συμμετοχή του ΔΕΣΦΑ, της ΔΕΗ, της ΔΕΠΑ, του ΑΔΜΗΕ και της Elpedison. Αυτό που κυρίως απασχόλησε τη συνεδρίαση της Επιτροπής Διαχείρισης Κρίσεων είναι το πώς θα διασφαλισθεί η επάρκεια με το χαμηλότερο δυνατό κόστος, ώστε να αποφευχθεί η επιβάρυνση νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Ο υπουργός φέρεται να ζήτησε από τον ΔΕΣΦΑ να δώσει τις επόμενες ημέρες προτεραιότητα στη χρήση αερίου από τους αγωγούς, αφενός για να διατηρούνται υψηλά τα αποθέματα LNG στη Ρεβυθούσα και αφετέρου γιατί η τιμή του είναι χαμηλότερη από τις τιμές που διαμορφώνονται στη spot αγορά του LNG. Eπίσης, έδωσε κατευθύνσεις για την αξιοποίηση κάθε δυνατότητας που υπάρχει για την υποκατάσταση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο ώστε να μειωθούν οι τιμές ρεύματος. Αυτό σημαίνει μεγαλύτερη χρήση των υδροηλεκτρικών, χωρίς βέβαια να διακυβεύεται η επάρκεια του συστήματος τους καλοκαιρινούς μήνες που είναι απαραίτητα για την κάλυψη των υψηλών αιχμών και πιθανότατα μεγαλύτερη χρήση των λιγνιτικών μονάδων, όταν η τιμή του φυσικού αερίου είναι πολύ υψηλή.Στην περίπτωση του ακραίου σεναρίου η δυναμικότητα της Ρεβυθούσας θα αυξηθεί με την έλευση δύο φορτίων LNG πέραν των προγραμματισμένων για τον Μάρτιο. Παράλληλα, σε λειτουργία θα τεθούν όλες οι διαθέσιμες λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ και πέντε μονάδες φυσικού αερίου θα δουλέψουν με ντίζελ κατά διαστήματα και εκ περιτροπής, γιατί η τεχνολογία τους δεν μπορεί να υποστηρίξει συνεχή λειτουργία με εναλλακτικό καύσιμο, αλλά και γιατί απαιτείται χρόνος για την αναπλήρωση του καυσίμου στις δεξαμενές.

Πρόκειται για τις μονάδες Κομοτηνή και Λαύριο 4 της ΔΕΗ, τις μονάδες Θίσβη και Θεσσαλονίκης της Elpedison και τις μικρές μονάδες της Ηρων, συνολικής ισχύος άνω των 1.700 MW, οι οποίες έχουν διασφαλίσει ήδη τα απαραίτητα αποθέματα.  Οι λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ διαθέτουν επίσης, σύμφωνα με τον υπουργό, αποθέματα για διάστημα μεγαλύτερο των 30 ημερών. Σε ικανοποιητικά επίπεδα βρίσκονται και τα υδάτινα αποθέματα των υδροηλεκτρικών μονάδων, ενώ εξετάζεται και η δυνατότητα αύξησης των εισαγωγών αερίου μέσω του TΑΡ. Η Ελλάδα θα συνδράμει εάν χρειαστεί και τη Βουλγαρία με LNG από τις εγκαταστάσεις της Ρεβυθούσας,  θέτοντας τη λειτουργία τον υφιστάμενον αγωγό που συνδέει τα συστήματα των δύο χωρών,  σε αντίστροφη ροή. ΔΕΣΦΑ, ΑΔΜΗΕ, ΡΑΕ, ΔΕΗ και ΔΕΠΑ παραμένουν σε αυξημένη εγρήγορση και βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία για να αξιολογούν κάθε ημέρα και πολλές φορές ανά ώρα τα δεδομένα και να προσαρμόσουν αντίστοιχα τον σχεδιασμό τους για τη διασφάλιση της ομαλής τροφοδοσίας της χώρας σε φυσικό αέριο και ηλεκτρισμό. Σε επαγρύπνηση βρίσκεται και η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ, όπως και το Μαξίμου, το οποίο ενημερώνεται άμεσα για κάθε εξέλιξη στο μέτωπο της επάρκειας. Οι τελευταίες εξελίξεις και οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία στην ενεργειακή αγορά θα συζητηθούν στο συμβούλιο υπουργών ενέργειας τη Δευτέρα, το οποίο συγκάλεσε η γαλλική προεδρία, κάνοντας αποδεκτό το αίτημα που υπέβαλαν από κοινού χθες Ελλάδα, Βουλγαρία και Ρουμανία με πρωτοβουλία του υπουργού Κώστα Σκρέκα.

Πηγή: kathimerini.gr